δογματικότητα

δογματικότητα
η
η ιδιότητα τού δογματικού ή του δογματισμού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δογματικός. Η λ. μαρτυρείται από το 1851 στον Δημήτριο Ν. Βερναρδάκη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”